Kostenlos

Ανδρομάχη

Text
Autor:
0
Kritiken
iOSAndroidWindows Phone
Wohin soll der Link zur App geschickt werden?
Schließen Sie dieses Fenster erst, wenn Sie den Code auf Ihrem Mobilgerät eingegeben haben
Erneut versuchenLink gesendet

Auf Wunsch des Urheberrechtsinhabers steht dieses Buch nicht als Datei zum Download zur Verfügung.

Sie können es jedoch in unseren mobilen Anwendungen (auch ohne Verbindung zum Internet) und online auf der LitRes-Website lesen.

Als gelesen kennzeichnen
Schriftart:Kleiner AaGrößer Aa

ΣΚΗΝΗ Β'

ΧΟΡΟΣ

Ποτέ δεν θα επαινέσω εκείνον τον άνθρωπον, ο οποίος έχει δύο γυναίκας και παιδιά από δύο μητέρας, διότι αυτό φέρει διενέξεις εις την οικογένειαν και πικράν λύπην. Είθε ο ιδικός μου σύζυγος ν' αρκήται εις εμέ μίαν γυναίκα και να μη φέρη αντίζηλον εις το νυμφικόν μας κρεββάτι. Και η πόλις δύο άρχοντας δεν υποφέρει ευκολώτερα από τον ένα, διότι επάνω εις το ένα βάρος προστίθεται άλλο, και γίνεται αφορμή να στασιάζουν οι πολίται. Ακόμη και εις τους ποιητάς αι Μούσαι αγαπούν να γεννούν διχονοίας, όταν δύο με επιμέλειαν συνθέτουν τον ίδιον ύμνον. Όταν δε γοργαί πνοαί άνεμου σπρώχνουν τα πλοία, δύο γνώμαι των πηδαλιούχων και πυκνόν πλήθος σοφών δεν αξίζουν όσον ένας άνθρωπος, ολιγώτερον ειδήμων αλλ' απόλυτος κύριος. Έτσι η εξουσία και εις τας οικογενείας και εις τας πόλεις είναι αναγκαία, όταν θέλη κανείς να μην αφήση να του φύγη μία ευκαιρία. Το αποδεικνύει η Λάκαινα, η κόρη του στρατηλάτου Μενελάου, η οποία έφερε την φωτιάν εις μίαν οικογένειαν, γίνεται δε αιτία να φονευθή τώρα η δυστυχισμένη κόρη της Τροίας μαζί με το παιδί της. Άθεοι, άνομοι, εναντίον της φύσεως είναι ο φθόνος. Συ δε, ω δέσποινα, θα μετανοήσεις κάποτε δι' όσα κάμνεις τώρα. Αλλά βλέπω να προχωρά προς τανάκτορα το ζεύγος το οποίον είναι τόσον στενά συνδεδεμένον με μίαν απόλαυσιν θανατικών. Ω δυστυχισμένη γυναίκα και συ άμοιρο παιδί, που πεθαίνεις, διά να πληρώσης τον γάμον της μητέρας σου, ενώ είσαι αθώον συ και τίποτε κακόν δεν έκαμες εις τους βασιλείς!

ΣΚΗΝΗ Γ'

ΧΟΡΟΣ – ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ – ΜΟΛΟΣΣΟΣ

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

Ιδού εγώ με αρματωμένα τα χέρια από τους βρόχους κατεβαίνω εις τον κάτω κόσμον.

ΜΟΛΟΣΣΟΣ

Αα, μητέρα μου, μητέρα μου, κ' εγώ κατεβαίνω μαζί σου κάτω από τα φτερά σου.

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

Θύμα της σφαγής. Ω, βασιλείς της Φθίας!

ΜΟΛΟΣΣΟΣ

Ω, πατέρα, έλα να μας βοηθήσης!

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

Ω, αγαπημένο μου παιδί, θα κοιμηθής μέσα εις την γην εις το στήθος της δυστυχισμένης μητέρας σου νεκρόν και συ κάτω από το χώμα κοντά εις την νεκράν!

ΜΟΛΟΣΣΟΣ

Ω, αλλοίμονον, τι θα μου κάμουν κ' εμένα και εις εσένα, μητέρα!

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Πηγαίνετε εις τον Άδην, διότι ήλθατε από εχθρικήν πόλιν. Πεθαίνετε και οι δύο από διπλήν απόλαυσιν. Συ μεν φονεύεσαι με την ιδικήν μου απόφασιν, το δε παιδί αυτό κατ' απόφασιν της Ερμιόνης. Μεγάλη αφροσύνη είναι ο εχθρός να φείδεται του εχθρού του, όταν ημπορή να τον φονεύση και ν' απαλλάξη από αυτόν την οικίαν.

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

Ω, σύζυγε μου, υιέ του Πριάμου, διατί να μην έχω το χέρι σου και το δόρυ σου να με βοηθήσουν!

ΜΟΛΟΣΣΟΣ

Ω, αλλοίμονον, με τι μαγικόν τραγούδι να σωθώ από τον θάνατον!

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

Πέσε εις τα πόδια του δεσπότου σου, παιδί μου, και παρακάλεσέ τον.

ΜΟΛΟΣΣΟΣ

Ω, αγαπητέ μου, μη με παραδώσης εις τον θάνατον!

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

Αναλύομαι εις δάκρυα, αι κόραι μου στάζουν διαρκώς όπως η πηγή, η οποία τρέχει από βράχον ανήλιον.

ΜΟΛΟΣΣΟΣ

Ω, αλλοίμονόν μου, πώς να σωθώ από αυτήν την δυστυχίαν!

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Τι πέφτεις εις τα πόδια μου και με παρακαλείς, όπως το κύμα εις τον βράχον της θαλάσσης; Εγώ είμαι ο προστάτης της ιδικής μου οικογενείας, δι' εσέ όμως δεν αισθάνομαι καμμίαν αγάπην, διότι πολύ από την ζωήν μου κατηνάλωσα, διά να γίνω κύριος της Τροίας και της μητέρας σου. Αφού έχεις την απόλαυσιν να είσαι παιδί της, θα κατέβης μαζί της εις τον Άδην.

ΧΟΡΟΣ

Ιδού ότι έρχεται προς τα εδώ ο γέρων Πηλεύς σπεύδων με το γεροντικόν του βήμα.

ΣΚΗΝΗ Γ'

ΟΙ ΑΥΤΟΙ – ΠΗΛΕΥΣ

ΠΗΛΕΥΣ

Σας ερωτώ, ω γυναίκες, καθώς και αυτόν, ο οποίος είναι έτοιμος διά σφαγήν τι συμβαίνει, και διατί; Ποία η αιτία της ταραχής εις τα ανάκτορα; Τι σημαίνει αυτή η εκτέλεσις χωρίς δίκην; Στάσου, Μενέλαε. Μη σπεύδης να εκτελέσης χωρίς δίκην. (Προς τον δούλον). Συ, οδήγησε με γρηγορώτερα. Διότι μου φαίνεται ότι δεν επιτρέπεται αργοπορία, αλλά τώρα παρά ποτέ άλλοτε θα ηυχόμην να είχα νεανικήν δύναμιν. Και πρώτον μεν προς αυτούς ας διευθύνωμεν ευνοϊκόν άνεμον, όπως εκείνον που φουσκώνει τα πανιά των πλοίων. Ειπέ μου συ, ποία δίκη απεφάσισε να σου δέσουν τα χέρια και να σε οδηγήσουν εδώ με το παιδί σου; Φέρεσαι προς το θάνατον ως προβατίνα με το αρνί της, ενώ εγώ δεν είμαι παρών ούτε ο σύζυγος σου.

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ

Καθώς βλέπεις, ω γέρον, αυτοί με οδηγούν να αποθάνω μαζί με το παιδί μου. Τι κάθομαι όμως και σου λέγω, ενώ τα γνωρίζεις; Εγώ δεν σου έστειλα ένα αλλά πολλούς αγγελιοφόρους, από την ανυπομονησίαν μου. Βεβαίως θα ήκουσες την διχόνοιαν, η οποία εγεννήθη εις την οικογένειαν ένεκα της κόρης αυτού, και διά την οποίαν εγώ πεθαίνω τώρα. Και τώρα με απέσπασαν από τον βωμόν της Θέτιδος, η οποία σου εγέννησε τον ευγενή σου υιόν και την οποίαν τόσον σέβεσαι, συ, χωρίς να με δικάσουν εις δίκην ουδέ να περιμένουν να επιστρέψουν οι ιδικοί μου, και επειδή γνωρίζουν την ερημίαν μου και αυτού τού παιδιού, το οποίον δεν πταίει εις τίποτε, πηγαίνουν να το φονεύσουν μαζί με εμέ την δυστυχισμένην. Σε εξορκίζω, ω γέρον, και σε ικετεύω πεσμένη εις τα πόδια σου – διότι δεν μου επιτρέπεται με το χέρι μου να εγγίσω το αγαπημένον σου πρόσωπον – σώσε μας, διά το όνομα των θεών. Άλλως θα αποθάνωμεν και αυτό θα είναι δυστυχία μεν δι' ημάς, αίσχος δε διά σας.

ΠΗΛΕΥΣ

Σας διατάσσω να λύσετε τα δεσμά, πριν κανείς σας μετανοήση, και ν' αφήσετε ελεύθερα τα χέρια της.

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Το απαγορεύω όμως εγώ, ο οποίος εδώ δεν είμαι κατώτερός σου, και έχω περισσότερα δικαιώματα από σε εις αυτήν την γυναίκα.

ΠΗΛΕΥΣ

Πώς; ήλθες εδώ να γίνης κύριος του οίκου μου; Δεν σε φθάνει ότι είσαι κύριος της Σπάρτης;

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Εγώ την έλαβα αιχμάλωτον εις την Τροίαν.

ΠΗΛΕΥΣ

Ο υιός του υιού μου όμως την επήρε βραβείον της νίκης.

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Δεν είναι ιδικόν μου ό,τι ανήκει εις αυτόν, όπως ιδικόν του ό,τι ανήκει εις εμέ;

ΠΗΛΕΥΣ

Βεβαίως, αλλά όταν πρόκειται να το μεταχειρισθής καλά. Όχι όμως όταν πρόκειται και να κακομεταχειρισθής και να φονεύσης διά της βίας.

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Δεν θα την αποσπάσης ποτέ αυτήν από τα χέρια μου.

ΠΗΛΕΥΣ

Με αυτό το σκήπτρον θα σου ματώσω το κεφάλι.

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Άγγιξε με και έλα πλησίον διά να μάθης…

ΠΗΛΕΥΣ

Ω χειρότερε από τους κακούς, σου επιτρέπεται να ομιλής μεταξύ των ανδρών, και να υπολογίζεσαι μεταξύ αυτών συ, του οποίου την γυναίκα ετόλμησε να κλέψη ένας από την Φρυγίαν; Συ, ο οποίος άφησες οπίσω σου τανάκτορα αφύλακτα και χωρίς φρουράν ως να είχες γυναίκα φρόνιμην, ενώ είχες την χειροτέραν όλων των γυναικών; Και αν ήθελε δε, πώς θα έμενε φρόνιμη Σπαρτιάτις κόρη; Δεν γνωρίζομεν ότι αφήνουσαι την πατρικήν οικίαν πηγαίνουν με τους νέους εις τας παλαίστρας και εις τον δρόμον, με γυμνούς τους μηρούς και κοντά τα φορέματα; Ποίοι άνθρωποι φρόνιμοι θα το ηνείχοντο αυτό; Και έπειτα πρέπει να θαυμάζη κανείς διατί δεν είναι αι γυναίκες σας σεμναί; Δι' αυτά πρέπει να ερωτήσης την Ελένην, η οποία αφήσασα το σπίτι του συζύγου της έφυγε με ένα νέον άνδρα, εις ξένην γην. Και έπειτα προς χάριν εκείνης εσύ, συναθροίσας τόσον στρατόν των Ελλήνων, τον ωδήγησες εις το Ίλιον. Ενώ έπρεπεν, αφ'ού την εγνώριζες καλά, όχι μόνον να μη ζητήσης να την πάρης οπίσω, αλλά να την αφήσης να μένη εκεί και να την πληρώνης, διά να μη επιστρέψη ποτέ εις το σπίτι σου. Αλλ' αυτό δεν ήλθεν εις τον νουν σου. Αλλά πολλάς ψυχάς γενναίας έστειλες εις τον Άδην και άφησες γραίας χωρίς παιδιά, και από γέροντας πατέρας αφήρεσες τα γενναία παιδιά. Μεταξύ αυτών είμαι κ' εγώ ο δυστυχής, σε βλέπω δε τώρα δεσπότην μολυσμένον από τον φόνον του Αχιλλέως. Συ μόνος ήλθες από την Τροίαν χωρίς καν να πληγωθής, και έφερες οπίσω τα μεγαλοπρεπή όπλα σου μέσα εις χρυσάς θήκας, όμοια όπως ήσαν όταν τα επήγες. Εγώ επανειλημμένως το είπα εις τον Αχιλλέα, μήτε με σε να συγγενεύση μήτε να δεχθή εις το σπίτι του την κόρην μιας κακής γυναικός, διότι αι θυγατέρες επαναλαμβάνουν τα αίσχη των μητέρων. Και σεις όλοι όσοι πρόκειται να νυμφευθήτε, προσέξετε η σύζυγος που θα πάρετε να είναι κόρη καλής μητέρας. Μήπως εις όλα αυτά δεν προσέθεσες και αυτό το έγκλημα, συστήσας εις τον αδελφόν σου να θυσιάση την κόρην του; Τόσον εφοβήθης μήπως δεν πάρης οπίσω την κακήν εκείνην γυναίκα; Όταν δε κατέλαβες την Τροίαν – διότι πρέπει να έλθω και εις αυτά τα άθλα σου – δεν εσκότωσες την γυναίκα αυτήν, όταν ήλθεν εις τα χέρια σου. Αλλά μόλις σου έδειξε το στήθος της έρριψες το ξίφος, και εδέχθης να σε φιλήση εκείνη που σ' επρόδωκε· τόσον σου ήτον αδύνατον ναντισταθής εις την Αφροδίτην, ω ανανδρότατε συ. Και έπειτα έρχεσαι εις το σπίτι των παιδιών μου και κάμνεις τον κύριον, ενώ ο υιός μου λείπει, και φονεύεις ατίμως μίαν δυστυχισμένης γυναίκα, και ένα παιδί, το οποίον, και τρεις φορές νόθον αν ήτο, θα κάμη και σε και την κόρην σου να κλάψετε. Διότι, όπως πολλάκις η λεπτή γη νικά εις την καλλιέργειαν την βαθείαν, έτσι και πολλοί νόθοι είναι καλλίτεροι των γνησίων. Πάρε τώρα την κόρην σου και πήγαινε· είναι καλλίτερον εις τους ανθρώπους να έχουν πτωχόν αλλά τίμιον γαμβρόν και φίλον παρά πλούσιον και κακόν. Συ δεν αξίζεις τίποτε.

ΧΟΡΟΣ

Από μικράν αφορμήν μεγάλην φιλονεικίαν γεννά η γλώσσα των ανθρώπων. Διά τούτο και οι φρόνιμοι άνθρωποι προσέχουν να μην έλθουν εις φιλονεικίαν με τους φίλους των.

ΜΕΝΕΛΑΟΣ

Τι να ειπή κανείς διά τους γέροντας, οι οποίοι φημίζονται ως σοφοί και δι' εκείνους όπου μεταξύ των Ελλήνων θεωρούνται ότι έχουν κρίσιν, αφού συ ο Πηλεύς, υιός ενδόξου πατρός, συγγενεύσας μαζί μου, λέγεις λόγια ατιμωτικά και δι' εσέ και υβριστικά δι' ημάς; Και αυτά χάριν μιας γυναικός βαρβάρου, την οποίαν έπρεπε να την διώξης πέραν του Νείλου και πέραν του Φάσιος, διά παντός, αφ' ου είναι από την Ασίαν, όπου τόσοι Έλληνες έπεσαν νεκροί, και είναι συνένοχος εις τον φόνον του υιού σου; Διότι ο Πάρις, ο οποίος εσκότωσε τον Αχιλλέα, ήτο αδελφός του Έκτορος, αυτή δε είναι σύζυγος του Έκτορος. Και όμως συ κατοικείς μαζί της, κάτω από την ιδίαν στέγην, και την ανέχεσαι να τρώγη εις το ίδιον μ' εσέ τραπέζι, και την αφήνεις να γεννά εις το σπίτι σου παιδιά, τα οποία είναι εχθροί; Και τώρα που εγώ, φροντίζων και δι' εσέ και δι' εμέ, θέλω να την σκοτώσω, την αφαιρείς μέσα από τα χέρια μου; Ας το σκεφθώμεν όμως μαζί – διότι δεν είναι εντροπή να γίνεται λόγος περί αυτού – αν η ιδική μου κόρη δεν γεννήση παιδιά, γεννηθούν όμως απ' αυτήν, θα ταφήσης να γίνουν βασιλείς αυτού του τόπου, της Φθιώτιδος; Και ενώ αυτά θα κατάγωνται από βαρβάρους θα βασιλεύσουν επί των Ελλήνων; Και έπειτα εγώ παραλογίζομαι σκεπτόμενος άδικα, ενώ συ είσαι φρόνιμος; Σκέψου και τούτο· αν έδιδες την κόρη σου γυναίκα εις ένα πολίτην κ' επάθαινε ό,τι έπαθε η ιδική μου, θα το υπέφερες σιωπών; Εν τούτοις χάριν μιας ξένης υβρίζεις τους συγγενείς και τους φίλους. Ίσα όμως είναι τα δικαιώματα του ανδρός και της γυναικός, και όταν αυτή υβρίζεται από τον άνδρα της και όταν εκείνος έχη γυναίκα άπιστον. Και εκείνος μεν έχει ο ίδιος την δύναμιν εις τα χέρια του, εκείνη όμως από τους γονείς και τους φίλους περιμένει βοήθειαν. Δεν κάμνω λοιπόν τίποτε άδικον αν βοηθώ τους ιδικούς μου. Είσαι γέρων, γέρων. Όταν δε ομιλής διά την στρατηγίαν, με ωφελείς περισσότερον παρά αν εσιωπούσες. Η Ελένη δεν έσφαλε με την θέλησίν της, αλλά διότι το ήθελαν οι θεοί. Και αυτό το σφάλμα της πολύ ωφέλησε την Ελλάδα, διότι οι Έλληνες, άπειροι εις τα όπλα και εις τον πόλεμον, απέκτησαν ανδρείαν, η δε πείρα είναι όλων των ανθρώπων διδάσκαλος. Αν δε εγώ, όταν είδα την γυναίκα μου, εκρατήθην και δεν την εσκότωσα, έκαμα φρόνιμα. Ήθελα και συ να μην είχες φονεύση τον Φώκον, τον αδελφόν σου. Αυτά τα είπα προς χάριν σου και όχι από οργήν. Εάν συ, παραφέρεσαι, αυτό οφείλεται εις το ότι συ έχεις μεγαλυτέραν την γλώσσαν, εγώ όμως θεωρώ κέρδος μου την φρόνησιν.

 

ΧΟΡΟΣ

Παύσατε πλέον αυτά τα ανωφελή λόγια, διά να μη συμβή τίποτε δυσάρεστον και εις τους δύο.

ΠΗΛΕΥΣ

Ω, πόσον κακή συνήθεια επικρατεί εις την Ελλάδα! Όταν ο στρατός στήση εχθρικά τρόπαια, δεν θεωρείται αυτό έργον εκείνων που εκοπίασαν, αλλά η δόξα προσφέρεται εις τον στρατηγόν, ο οποίος, μολονότι δεν κάμνει τίποτε περισσότερον παρά να μεταχειρίζεται το δόρυ του όπως χίλιοι άλλοι, εν τούτοις φημίζεται περισσότερον από όλους. Σοβαροί καταλαμβάνοντες τας αρχάς της πόλεως, περιφρονούν τον λαόν με την υπερηφάνειάν των, μολονότι πραγματικώς δεν αξίζουν τίποτε. Και όμως οι άλλοι είναι χιλιάκις καλλίτεροι των, εάν είχαν τόλμην και θέλησιν. Απαράλλακτα και συ και ο αδελφός σου, υπερηφανεύεσθε διά την αρχηγίαν του Τρωικού πολέμου, στηριζόμενοι εις τους κόπους και εις τους πόνους των άλλων. Αλλά εγώ θα σε μάθω να μη θεωρής τον Ιόνιον Πάριν εχθρόν επιφοβώτερον από τον Πηλέα, αν δεν φύγης το ταχύτερον από τανάκτορα αυτά μαζί με την στείραν θυγατέρα σου, άλλως ο υιός μου θα την διώξη σύρων αυτήν από τα μαλλιά. Αυτή η στείρα αγελάς δεν θ' ανεχθή άλλην να γεννά παιδιά, ενώ αυτή δεν έχει. Αλλ' αν εκείνη δεν έχει την τύχην ν' αποκτήση παιδιά, πρέπει και ημείς να μείνωμεν χωρίς παιδιά; (Προς τους δούλους) Απομακρυνθήτε απ'αυτήν, δούλοι, διά να ίδω αν υπάρχει κανείς που θα με εμποδίση να της λύσω τα χέρια. Ανασηκώσου συ, διά να λύσω εγώ, αν και τρέμων, τους δεσμούς των ιμάντων σου (την εξετάζει). Πώς κατώρθωσες, άθλιε, να κακομεταχειρισθής τόσον αυτά τα χέρια; Ταύρον ή λέοντα ενόμιζες ότι δένεις; Ή μήπως εφοβήθης ότι θ' αρπάξη το ξίφος και θα υπερασπισθή; Έλα εις την αγκάλην μου, παιδί μου, και βοήθησε με να λύσωμεν τα δεσμά της μητέρας σου. Κ' εγώ θα σε αναθρέψω εις την Φθίαν, διά να γίνης αμείλικτος εχθρός αυτών εδώ. Αν από σας τους Σπαρτιάτας έλειπεν η δόξα των όπλων και η πείρα των πολέμων, εις τα άλλα δεν θα είχατε καμμίαν υπεροχήν.