Κριτήριο Λάιμπνιτς

Text
0
Kritiken
Leseprobe
Als gelesen kennzeichnen
Wie Sie das Buch nach dem Kauf lesen
Schriftart:Kleiner AaGrößer Aa

Κεφάλαιο VIII

Ο Ντρου έφτασε στο γραφείο του, αφού διασχίζοντας άδεια προαύλια και βαδίζοντας σε έρημους διαδρόμους. Ήταν πολύ νωρίς ακόμη, για να δει τριγύρω φοιτητές, υπαλλήλους και καθηγητές, αλλά κι άλλες φορές είχε πάει πολύ νωρίς το πρωί στο Πανεπιστήμιο. Του άρεσε να ζει εκείνη τη στιγμή στην οποία το τεράστιο Πανεπιστήμιο έμοιαζε να κοιμάται στο ομιχλώδες πρωινό, σαν φάλαινα απλωμένη για να ξεκουραστεί, αλλά με το βάρος της ισχύος της που σε λίγο θα έμπαινε σε δράση. Βρήκε αμέσως τον αριθμό του Κομπαγιάσι στην ατζέντα του και τον κάλεσε. Απάντησε μία ευγενική γυναίκεια φωνή, στα γιαπωνέζικα.

<Μoshi moshi>4

<Drew desu ga, Kobayashi-san onegaishimasu?>5 απάντησε ο Ντρου με τα φτωχά του γιαπωνέζικα.

<Καλημέρα, Καθηγητά Ντρου>, η συνομιλήτριά του άλλαξε αμέσως σε αγγλικά, αναγνωρίζοντάς τον. <Είμαι η Μαόκο. Ο Καθηγητής Κομπαγιάσι μου έχει μιλήσει για εσάς. Δυστυχώς, τώρα είναι σε διάλεξη και θα τελειώσει σε λίγο. Λυπάμαι πολύ που δεν μπορώ να σας συνδέσω αμέσως μαζί του, Καθηγητά>.

Ο Ντρου θυμήθηκε ότι όταν τον συνάντησε τελευταία φορά, μερικούς μήνες πριν σε κάποιο συνέδριο, ο Κομπαγιάσι του είχε μιλήσει για εκείνη την πανέξυπνη τελειόφοιτη, τη Μαόκο Γιαμαζάκι, που είχε υπερπηδήσει στάδια και θα αποφοιτούσε νωρίτερα, σε σχέση με τον κανονικό χρόνο. Ήταν χαρά του να μιλά με ένα άτομο τόσο χαρισματικό και, ταυτόχρονα, εκτιμούσε την εξαιρετική παιδεία που επιδείκνυαν οι Ιάπωνες στις συζητήσεις τους. Η κοπέλα λυπόταν πραγματικά που δεν μπορούσε να τον συνδέσει με τον Κομπαγιάσι, δεν το προσποιούταν με υποκρισία, όπως θα έκανε κάποιος Δυτικός.

<Ευχαριστώ για την ευγένειά σας, Μαόκο-Σαν6. Θα είχατε την καλοσύνη να του πείτε να με καλέσει μόλις επιστρέψει; Είναι πολύ σημαντικό>, ρώτησε ευχαριστημένος ο Ντρου.

<Φυσικά, καθηγητά. Μπορείτε να μου αφήσετε τον αριθμό σας… Α! Ήρθε ο καθηγητής Κομπαγιάσι! Σας συνδέω αμέσως. Καλή σας ημέρα!>

«Απίθανη» σκέφτηκε ο Ντρου, «η Μαόκο ήξερε ότι ο Κομπαγιάσι θα επέστρεφε εντός ολίγου γι’ αυτό ένιωθε τύψεις. Ένας δυτικός θα έλεγε, απλά: “Περιμένετε μία στιγμή να επιστρέψει”. Πραγματικά, έχουμε πολλά να μάθουμε από τους Ιάπωνες, από άποψης παιδείας».

<Ντρου-Σαν, φίλε μου!> αναφώνησε με χαρά ο Κομπαγιάσι στο τηλέφωνο. <Τι σε έκανε να καλέσεις έναν λάτρη του ρυζιού, σαν τον εαυτό μου;»

<Γεια σου, Κομπαγιάσι. Χρειάζομαι τη βοήθειά σου για μία πολύ πολύπλοκη έρευνα. Έχεις χρόνο να μου διαθέσεις;>

<Φυσικά, Ντρου-Σαν. Μόλις τελείωσα μία εργασία για τον νέο επιταχυντή σωματιδίων, στην Τσίμπα και έχω λίγες εβδομάδες άδεια. Τι, ακριβώς, χρειάζεσαι;>

<Πέτυχα ένα περίεργο φαινόμενο που απαιτεί εμβάθυνση. Εκδηλώνεται μόνο παρουσία πολύ συγκεκριμένων ποσοτήτων ενέργειας και θα ήθελα να καταλάβω τον μηχανισμό που το ορίζει. Εφόσον εσύ δουλεύεις καθημερινά με τα επίπεδα ενέργειας που με ενδιαφέρουν, πιστεύω ότι θα μπορούσες να ασχοληθείς με αυτό το μέρος της έρευνας. Τι λες;>

Ο Κομπαγιάσι ένιωσε κολακευμένος.

<Με τιμά αυτό που ζητάς. Πώς σκέφτεσαι να προχωρήσεις;>

<Πρώτα από όλα, είναι απαραίτητο να έρθεις στο Μάντσεστερ, έτσι ώστε να σου δείξω τους τρόπους εκδήλωσης του φαινομένου και τον εξοπλισμό που το παρήγαγε. Μετά, μαζί με άλλους επιστήμονες της ομάδας ερευνών, την οποία φτιάχνω, θα προσπαθήσουμε να φτάσουμε σε μία θεωρία που να εξηγεί τον τρόπο λειτουργίας του. Συμφωνείς;>

<Φυσικά, Ντρου Σαν. Ποιοι είναι οι άλλοι;>

<Ο Καμαράντα για τα μαθηματικά, ο Σουλτς για τη Θεωρία της Σχετικότητας και εεε..., η Νόβακ για την τελική δομή του υλικού>.

<Η Νόβακ; Η Τζάσμιν Νόβακ;>, εξερράγη ο Κομπαγιάσι, αλλά συνήλθε αμέσως.

<Ντρου-Σαν, φίλε μου, ξέρεις ότι είχα δυσάρεστες συζητήσεις με την Τζάσμιν Νόβακ. Δεν μπορώ να συμφωνήσω μαζί της. Στο τελευταίο συνέδριο, στη Βέρνη, στο τέλος της επίδειξής μου, σηκώθηκε μέσα στον κόσμο και διαμαρτυρήθηκε: «Καθηγητά Κομπαγιάσι, εσείς έχετε πειστεί για αυτά που λέτε; Στην επίδειξή σας συνάντησα τρία, ξαναλέω τρία, ουσιαστικά λάθη υπολογισμού…» κι από εκεί ξεκίνησε να αποσυνθέτει κομμάτι-κομμάτι τη μελέτη μου, με τους επιστήμονες του κοινού, οι οποίοι την άκουγαν σαν να ήταν προφήτης κι εγώ να φαίνομαι σαν πρωτάρης. Σε παρακαλώ, Ντρου-Σαν, δεν έχεις εναλλακτική;>

Ο Ντρου ήξερε το κατόρθωμα ενάντια στον Κομπαγιάσι, αλλά όχι, δεν είχε εναλλακτική.

<Νόμπου- Σαν, αγαπητέ μου φίλε, εσύ είσαι ο καλύτερος στον τομέα σου και κανείς δεν μπορεί να σε φτάσει. Η Νόβακ είναι ένας δύσκολος χαρακτήρας, αλλά έχει και ένα εξαιρετικό μυαλό. Ακριβώς γι’ αυτό κατάφερε να βρει στη μελέτη σου μερικά σημεία που εκείνη έκρινε ως «ουσιαστικά λάθη», αλλά τα οποία αντίθετα, υπό μία κανονική ματιά, αποδεικνύονταν λεπτομέρειες που διορθώνονταν. Χρειαζόμαστε ένα μυαλό ακριβώς σαν το δικό της στην ομάδα μας. Πιστεύεις ότι θα τα καταφέρεις;>

Ο Κομπαγιάσι συμβιβάστηκε.

<Εντάξει, Ντρου-Σαν, φίλε μου. Θα το κάνω για σένα και για την Επιστήμη. Ωστόσο σου ζητώ να μου επιτρέψεις να φέρω και τη Μαόκο-Σαν. Είναι πολύ ικανή και θα με βοηθήσει να αντέξω την Τζάσμιν-Σαν>.

Ο Ντρου ήταν περιχαρής.

<Πολύ όμορφα, Νόμπου-Σαν. Θα είναι τιμή μου να έχω στην ομάδα μου μία ικανή φοιτήτρια, όπως η δεσποινίς Γιαμαζάκι. Σε πληροφορώ ότι, εντός λίγων ωρών, θα ορίσω την ημερομηνία της συνάντησης εδώ στο Μάντσεστερ. Σε ευχαριστώ από τα βάθη της ψυχής μου>.

<Εγώ σε ευχαριστώ, Ντρου-Σαν. Εύχομαι να σε ξανακούσω σύντομα. Konnichiwa!7>

<Konnichiwa, Νόμπου-Σαν!>

Ο Ντρου ήταν υπέρμετρα ανακουφισμένος που εξασφάλισε τη συμμετοχή του Κομπαγιάσι, παρά τις δυσκολίες που ήξερε ότι υπήρχαν και η λύση του να συμπεριλάβουν στην ομάδα τη Μαόκο, την οποία θεωρούσε συνάδελφο, ήταν το δυνατό χαρτί για μία αποδεκτή συνύπαρξη στο εσωτερικό της ερευνητικής ομάδας.

Η ιαπωνική κουλτούρα ακόμη θεωρούσε ότι η γυναίκα είχε κατώτερη θέση από τον άντρα, έτσι ήταν φυσικό ότι ο Κομπαγιάσι δεν έβλεπε με καλό μάτι την πολύ χειραφετημένη Τζάσμιν Νόβακ. Η Μαόκο θα έδινε στον Κομπαγιάσι την εντύπωση ότι εκείνος είχε τον έλεγχο και, ταυτόχρονα, θα αντιμετώπιζε αποτελεσματικά τη Νόβακ, τόσο σε επιστημονικό όσο και σε ανθρώπινο επίπεδο, για την ηρεμία όλων και για να ολοκληρωθεί το εγχείρημα.

Τώρα, ο Καμαράντα.

Το τηλέφωνο χτύπησε για πολλή ώρα και, μετά, μία γυναικεία φωνή απάντησε απευθείας στα αγγλικά:

<Παρακαλώ>, ο τόνος της φωνής ήταν πολύ απρόθυμος.

<Είμαι ο καθηγητής Ντρου, από το Μάντσεστερ. Είναι εκεί ο καθηγητής Καμαράντα;>

<Είναι κάτω από την ινδοσυκή και διαλογίζεται>, η γυναίκα ακουγόταν πολύ απότομη.

<Μπορείτε να πάτε να τον φωνάξετε;>

<Τώρα δεν μπορώ. Έχω δουλειά>.

Ο Ντρου πέρασε στην επίθεση, θυμωμένος.

<Πρέπει, επειγόντως, να του μιλήσω. Πηγαίνετε να τον φωνάξετε αμέσως!>

Χωρίς να εντυπωσιαστεί καθόλου, η γυναίκα έγινε ακόμη πιο αντιδραστική.

<Όταν μπορέσω θα πάω. Καλέστε ξανά σε μία ώρα>.

Ο Ντρου έχασε την ψυχραιμία του.

<Άκου, βλαμμένη, πήγαινε αμέσως να φωνάξεις τον Καμαράντα, αλλιώς προβλέπω να σε στέλνει να κοιμηθείς στο πεζοδρόμιο!>

Εκείνη αντέδρασε. Και πώς αντέδρασε.

<Μπάσταρδε μίας κωλο-αποίκου! Οι γονείς σου ήρθαν εδώ και έσφαξαν τον αθώο κόσμο, μαζί γυναίκες και παιδιά. Μας εκμεταλλευτήκατε μέχρι θανάτου για να πλουτίσετε και για να φανείτε καλοί μπροστά σε αυτήν την πουτάνα τη βασίλισσά σας. Αν νομίζεις ότι θα κουνήσω τον κώλο μου για να σε εξυπηρετήσω, να πας να ψοφήσεις!> και έκλεισε απότομα το τηλέφωνο.

Ο Ντρου ήταν έξαλλος. Κατάλαβε ότι είχε μείνει με το νεκρό ακουστικό στα χέρια. Από το θυμό του είχε την παρόρμηση να το πετάξει πάνω στο γραφείο σαν ένα μολύβι, αλλά πήρε βαθιά ανάσα, έκλεισε τα μάτια και, σύντομα, είχε ηρεμήσει.

Έπρεπε να πέσει στην απόγονο των θυμάτων της αποικιοκρατίας, εκείνο το πρωινό! Και πόσο άπταιστα αγγλικά μιλούσε: φαινόταν σαν να ήταν από το Μπέρμιγχαμ! Δεν ήξερε πολλή ιστορία, ωστόσο: την εποχή του Γκάντι, όπου υποτίθεται ότι οι γονείς του επέβαλαν την αγγλική κατοχή, υπήρχε βασιλιάς, όχι βασίλισσα.

Ωστόσο, τι μπορούσε να κάνει τώρα; Εκείνη είχε υψωθεί ανάμεσα σε εκείνον και τον Καμαράντα και δεν μπορούσε να την προσπεράσει. Και βιαζόταν, να πάρει η ευχή!

Επιπλέον, η γυναίκα θα είχε δει τον αριθμό στην οθόνη του τηλεφώνου και κατάλαβε ότι το τηλεφώνημα προερχόταν από τη Μεγάλη Βρετανία: γι’ αυτό είχε απαντήσει στα αγγλικά. Τώρα, θα ήταν σε επιφυλακή και το να ξανακαλούσε θα ήταν ανώφελο και επιβλαβές.

Εκείνη την στιγμή μπήκε ο Μαρρόν. Είχαν δώσει ραντεβού στις οκτώ στο γραφείο του Ντρου και ο νεαρός ήταν συνεπής. Του ήρθε ιδέα.

<Γεια σου, Μαρρόν! Άκουσε με λίγο, ξέρεις κανέναν συμφοιτητή σου, που αυτή τη στιγμή σπουδάζει στην Ινδία, στη Ραϊπούρ;»

<Καλημέρα, Καθηγητά. Για να σκεφτώ… Α, ναι! Ο Τόμας Τσάταμ είναι εκεί για το διδακτορικό του. Τον ξέρω καλά. Τι χρειάζεστε;>

Ο Ντρου άρχισε να ελπίζει.

<Μία μικρή χάρη. Θα μπορούσες να τον καλέσεις και να τον ρωτήσεις, αν έχει την καλοσύνη, να πάει να αναζητήσει τον καθηγητή Καμαράντα; Θα τον βρει κάτω από την ινδοσυκή όπου, συνήθως, του αρέσει να σκέφτεται τα μαθηματικά του προβλήματα. Κι αν μπορεί να του αναφέρει να μου τηλεφωνήσει το συντομότερο δυνατόν σε αυτό τον αριθμό>.

Για τον Μαρρόν το αίτημα φαινόταν λίγο παράξενο αλλά, γνωρίζοντας την εκκεντρικότητα του Ντρου, δεν έκανε ερωτήσεις. Βρήκε στο κινητό του το τηλέφωνο του φίλου του και χρησιμοποίησε το σταθερό τηλέφωνο του Ντρου, για να καλέσει.

 

Ο Τσάταμ απάντησε αμέσως. Είχε μόλις τελειώσει την παρακολούθηση της τελευταίας διάλεξης της ημέρας και μετά χαράς θα έκανε μία βόλτα αναζητώντας αυτή τη διασημότητα, τον Καμαράντα. Τον βρήκε ακριβώς κάτω από την ινδοσυκή, με την απορροφημένη έκφραση ενός γκουρού που διαλογίζεται. Του ανέφερε το μήνυμα και, δέκα λεπτά αργότερα, χτυπούσε το τηλέφωνο του Ντρου.

<Ντρου στο τηλέφωνο.>

<Γεια σου, Ντρου. Εδώ Καμαράντα. Πες μου, παρακαλώ>. Ο Ινδός ήταν ένας λακωνικός άνθρωπος που πήγαινε κατευθείαν στο προκείμενο, χωρίς περιστροφές.

<Με συγχωρείς που σε ενόχλησα, μα ήθελα να σου προτείνω μία έρευνα πάνω σε ένα πολύ ιδιαίτερο φυσικό φαινόμενο. Θα με βοηθούσε η εξειδίκευσή σου στα μαθηματικά μοντέλα, ώστε να εργαστώ πάνω στη θεωρία του φαινομένου. Θα το ήθελες;>

<Πού και πότε;>

<Εδώ στο Μάντσεστερ, όταν μπορέσεις. Θα μπορέσω να σου δείξω πώς λειτουργεί και…>

<Ως αύριο το βράδυ, ώρα Γκρίνουιτς, θα είμαι εκεί>.

<Φανταστικά! Σε ευχαριστώ, Ράντνι. Αύριο>.

Ο Ντρου χαλάρωσε. Από τον μπελά στον οποίο είχε εγκλωβιστεί, αν και όχι εξ ολοκλήρου εξαιτίας του, τα κατάφερε χάρη στον ζήλο των δύο φοιτητών. Ήταν πολύ ικανοί αυτοί οι δύο νεαροί.

<Ευχαριστώ για τη συνεργασία, Μαρρόν. Έλα, κερνάω τσάι>.

Ενώ περπατούσαν κατά μήκος του διαδρόμου προς το εστιατόριο, ο Μαρρόν δεν αντιστάθηκε στην περιέργεια:

<Καθηγητά Ντρου, με συγχωρείτε για την αδιακρισία, αλλά μου φαίνεται ότι ο καθηγητής Καμαράντα αποδέχτηκε πολύ γρήγορα την ανάθεση: ίσως τώρα να φτιάχνει βαλίτσες. Πώς έτσι;>

<Δεν ξέρω, Μαρρόν. Ίσως έχει, απλώς, την επιθυμία να αλλάξει τον αέρα του λίγο>. Δεν του είπε για εκείνη τη στρίγγλα στο τηλέφωνο. Θα μπορούσε ο Καμαράντα να είχε φορτωθεί αυτή τη γυναίκα, απλά επειδή είχε εξίσου δυνατή προσωπικότητα, αν και ως συνεργάτιδα ήταν εντελώς απαράδεκτη. Ήταν πιθανόν, ο Μαθηματικός να μαλώνει συνεχώς μαζί της και η ευκαιρία να «ξεφύγει» για το Μάντσεστερ εμφανιζόταν σαν σανίδα σωτηρίας. Αν είχε αφηγηθεί στον Μαρρόν την κόντρα με τη γυναίκα, θα έπρεπε να εξηγήσει τους λόγους της μνησικακίας της. Εφόσον ο φοιτητής ήταν μαύρος, ο Ντρου θεωρούσε ότι θα ήταν καλύτερο να μη θίξει την εποχή της αποικιοκρατίας με τις ανομίες της, που σίγουρα δεν ήταν λιγότερο σοβαρές από εκείνες που έγιναν εις βάρος του πληθυσμού των αφρικανικών χωρών που απελάθηκαν κι έγιναν σκλάβοι. Ο Μαρρόν θα ταραζόταν ή ίσως και να θύμωνε, κάτι που δεν θα ήταν παραγωγικό για το κλίμα που θα επικρατούσε στην ερευνητική ομάδα. Καλύτερα να μην ξέθαβε τέτοια ζητήματα.

Το εστιατόριο ήταν εξ ολοκλήρου εξοπλισμένο με όλα όσα χρειάζονταν για την προετοιμασία του κλασσικού αγγλικού τσαγιού, με μερικές τσαγιέρες, διαφορετικά φλιτζάνια, ηλεκτρικό μάτι για το βρασμό του νερού, τα πιο συνηθισμένα είδη τσαγιού είτε σε φακελάκι είτε σε φύλλα, διάφορα μαχαιροπήρουνα, ζάχαρη και μία διακριτική ποικιλία γλυκών και λοιπών εδεσμάτων. Δεν θα μπορούσε να έλειπε το γάλα, που πρόσθεταν πλουσιοπάροχα στο τέλος της προετοιμασίας. Σύμφωνα με τους οπαδούς του σωστού αυθεντικού τσαγιού, οι Άγγλοι είχαν καταστρέψει αυτό το θεσπέσιο αφέψημα, προσθέτοντας γάλα, κάτι που μάλλον ήταν αλήθεια, αλλά αφού τους άρεσε, εμείς γιατί να αντιδρούμε; Τα γούστα είναι γούστα: τι να πουν οι Ιταλοί, τότε, δεδομένου ότι οι Αμερικανοί ψήνουν την πίτσα ακόμη και στην ψησταριά;

Ο Ντρου έβρασε το νερό, το ανακάτεψε λίγο στο τσαγιερό για να τη ζεστάνει, την άδειασε και έβαλε μέσα τρία κουταλάκια φύλλα Darjeeling, το αγαπημένο του: ένα κουταλάκι για κάθε φλιτζάνι και ένα για το τσαγιερό, σύμφωνα με την παράδοση. Πρόσθεσε το βραστό νερό και άφησε να εκχυθεί για τέσσερα λεπτά, που είναι ο απαραίτητος χρόνος για να φτάσει στην ιδανική συγκέντρωση.

<Κάτι ακόμη, Καθηγητά>, συνέχισε ο Μαρρόν. <Πώς θα πληρωθούν οι επιστήμονες που αναφέρατε; Ο καθηγητής Καμαράντα, για παράδειγμα, απλά αποδέχτηκε την ανάθεση κι αύριο θα είναι εδώ. Ποιος θα πληρώσει για το ταξίδι, τα έξοδα παραμονής, την εργασία του;>

<Το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ έχει μία ετήσια σύμβαση με πολλά Πανεπιστήμια, μέσω της οποίας οι ερευνητές που μετακινούνται μεταξύ των πανεπιστημίων που συμμετέχουν στη σύμβαση, αμείβονται σαν να είχαν παραμείνει στην έδρα τους. Τα έξοδα καλύπτονται αυτομάτως, γιατί εντάσσονται στις προβλεπόμενες παροχές. Εφόσον η κυκλοφορία των ατόμων είναι εξισορροπημένη μεταξύ των εδρών, ο ετήσιος προϋπολογισμός δεν επηρεάζεται. Αλλά, αντίθετα, κάθε Πανεπιστήμιο έχει κέρδος από επιστημονικής άποψης, χάρη στη συμμετοχή των μυαλών που «μεταναστεύουν» για μία συγκεκριμένη περίοδο>.

<Κατάλαβα. Άρα, οι συνάδελφοι που έχετε επιλέξει, προέρχονται από Πανεπιστήμια που έχουν σύμβαση με το Μάντσεστερ;>

<Ακριβώς, Μαρρόν. Όταν, χθες το μεσημέρι, υπέβαλα τη λίστα στον ΜακΚίντοκ για έγκριση, το πρώτο πράγμα που ήλεγξε ήταν ακριβώς αυτό. Εκείνος, πρέπει να κάνει καλή διαχείριση. Ανεξάρτητα από το οικονομικό ζήτημα, ωστόσο, για τους επιστήμονες η μεταφορά είναι κέρδος, από πνευματικής και πολιτιστικής άποψης, εφόσον η άμεση συνεργασία με συναδέλφους από άλλα Πανεπιστήμια είναι συχνά τονωτική και συναρπαστική. Ο πειραματισμός με διάφορες προσεγγίσεις ενός προβλήματος, η αντιπαράθεση για απόψεις που απέχουν πολύ μεταξύ τους ή ακόμη και απλά το να βρίσκεσαι και να δουλεύεις σε ένα περιβάλλον αποστασιοποιημένο από αυτό που έχεις συνηθίσει, συχνά βοηθά στο να ανακύψουν νέες έννοιες που εμπλουτίζουν την Επιστήμη και οι μελετητές ζουν αυτή την εμπειρία>.

<Είμαι σίγουρος γι’ αυτό>. Ο Μαρρόν πήρε ένα κουτί με γλυκά, ενώ ο Ντρου ξαναγέμιζε τα φλιτζάνια. Κάθισαν σε ένα τραπεζάκι και ήπιαν το τσάι τους, συμπληρώνοντας έτσι αυτό το τόσο αγαπημένο τελετουργικό των Άγγλων, για να πάρουν αυτή την ευχαρίστηση που εξέφραζε ένα από τα βασικά στοιχεία του βρετανικού πνεύματος.

Μετά το διάλειμμα, επέστρεψαν στο γραφείο και ο Ντρου κάλεσε τον Σουλτς. Απάντησε ο ίδιος, κάτι πολύ παράξενο δεδομένου ότι, από όσο γνώριζε ο Ντρου, ο Γερμανός πάντα άφηνε να απαντήσει κάποιος τελειόφοιτός του και πήγαινε στο τηλέφωνο μόνο για ζητήματα ζωτικής σημασίας>.

<Ja?>8

<Είμαι ο Ντρου από το Μάντσεστερ. Γεια σου, Ντίτερ>.

<Α, γεια σου, Λέστερ. Πώς πάει;>

<Καλά, ευχαριστώ. Εσύ; Πάντα παλεύεις με τη βάρκα σου;> Ο Σουλτς είχε αγοράσει μία βάρκα μεταχειρισμένη και πολύ κατεστραμμένη, πριν από έναν περίπου χρόνο και προσπαθούσε να την επισκευάσει, για να πάει για ψάρεμα στον ποταμό Νέκαρ.

<Εδώ όλα καλά. Η βάρκα ακόμα μπάζει νερά. Νόμιζα ότι είχα επισκευάσει όλα της τα ελαττώματα αλλά, προφανώς, κάποια μου ξέφυγαν. Ωστόσο, αυτή την περίοδο δεν έχω πολύ καιρό για να ασχοληθώ μαζί της. Όλοι μου οι τελειόφοιτοι είναι σε περιήγηση μαζί με τους παρατηρητές των κυμάτων βαρύτητας στην Ευρώπη κι εγώ έχω μείνει εδώ και φυλάω το φρούριο>.

<Δεν τους συνόδευσες;>, ο Ντρου είχε μπερδευτεί.

<Όχι. Πήγαν με έναν συνάδελφο που προσφέρθηκε με ευγένεια>. Ο Σουλτς μιλούσε ειρωνικά. <Τουλάχιστον, αυτή είναι η επίσημη εκδοχή. Η αλήθεια είναι ότι ο Χόφνερ ήθελε να πάρει άδεια τον Ιούνιο, κάτι που δεν δικαιούταν άλλο μήνα εκτός από τον Ιούλιο. Πιστεύω ότι η γυναίκα του τον εκβίασε: προφανώς εκείνη είχε άδεια τον Ιούνιο και είχε την αξίωση να την πάει ο άνδρας της. Για να τον χαροποιήσω, του είπα ότι θα τον αντικαθιστούσα εγώ τον Ιούνιο κι εκείνος θα συνόδευε τους φοιτητές, στη θέση μου: δέχτηκε στο φτερό. Καλύτερα να τρέχεις από εδώ κι από εκεί σε υπόγεια εργαστήρια, με πρωτόπειρους φοιτητές, παρά να υποφέρεις την εκδίκηση της γυναίκας σου>. Πάλι ειρωνευόταν.

<Καταλαβαίνω. Ο Χόφνερ έχει την πλήρη κατανόησή μου>. Ο Ντρου ξεφύσησε. <Λοιπόν, Ντίτερ, σε κάλεσα για να σου ζητήσω να συνεργαστούμε στη μελέτη ενός πειραματικού φαινομένου, που ανακαλύψαμε οι ίδιοι εδώ. Μπορείς;>

Ο Σουλτς σκέφτηκε για μία στιγμή.

<Να δούμε…Θα πρέπει να έρθω εκεί;>

<Ναι, είναι απαραίτητο. Πρέπει να σου δείξω το φαινόμενο στην εφαρμογή του, όπως και τον εξοπλισμό που το παρήγαγε. Επιπλέον, θα είσαι μέλος μίας ερευνητικής ομάδας που συνθέτω γι’ αυτό τον σκοπό. Έτσι θα μπορούμε να δουλεύουμε όλοι μαζί>.

<Εντάξει. Πότε σε βολεύει να είμαι εκεί;>

<Εεε...> ο Ντρου ντράπηκε. <Ο Καμαράντα θα έρθει αύριο το βράδυ…>

<Αύριο το βράδυ;!> εξερράγη έκπληκτος ο Σουλτς. <Πολύ έγκαιρη προειδοποίηση, έτσι Λέστερ;> Σκέφτηκε λίγο και συνέχισε:

<Όπως το σκέφτομαι, τώρα δεν έχω πολλούς φοιτητές να παρακολουθήσω και για τις διαλέξεις μπορεί να με αντικαταστήσει ο Εμπερσμπάχερ. Είναι ικανός. Σύμφωνοι, θα μιλήσω με τον Πρύτανη και υπολογίζω να είμαι στο Μάντσεστερ μεθαύριο>.

<Σε ευχαριστώ πάρα πολύ, Ντίτερ. Θα δεις, δεν θα το μετανιώσεις>.

<Κι εγώ αυτό ελπίζω> είπε και πάλι ειρωνικά ο Σουλτς. <Δεν σε ρωτώ ποιος άλλος θα είναι, εκτός από τον Καμαράντα. Προτιμώ να είναι έκπληξη. Εις το επανιδείν, Λέστερ!>

<Εις το επανιδείν, Ντίτερ>.

Ο Σουλτς λάτρευε τις εκπλήξεις, αλλά και τον κίνδυνο, που τώρα αντιπροσώπευε το τελευταίο άτομο που έπρεπε να πάρει: η Τζάσμιν Νόβακ.

Ο Ντρου έστειλε τον Μαρρόν στην αίθουσα φωτοτυπικών να βγάλει αντίγραφα κάποιων φυλλαδίων. Δεν ήθελε να παραβρίσκεται στις συζητήσεις ανάμεσα σε εκείνον και τη Νορβηγίδα, ούτε να τον δει να τον ρίχνει εκείνη η Βαλκυρία. Καλύτερα, να μην το ρισκάριζε.

<Hallo?>9 αντρική φωνή στο τηλέφωνο.

<Είμαι ο Ντρου, από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ. Ψάχνω την καθηγήτρια Τζάσμιν Νόβακ>.

<Καλημέρα, καθηγητά. Εδώ είναι. Τη φωνάζω αμέσως>.

<Ευχαριστώ, καλημέρα>.

Ο Ντρου άκουσε στο βάθος κάποια φράση στα νορβηγικά, μετά το ακουστικό άλλαξε χέρια.

<Εδώ Νόβακ>.

Η σκανδιναβική της προφορά ήταν απλή λεπτομέρεια σε εκείνη την ψυχρή, σαν τον Αρκτικό Κύκλο, φωνή.

<Είμαι ο καθηγητής Ντρου από το Παν...>

<... από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, ξέρω. Ο συνεργάτης μου το ανέφερε, τι περιμένατε;>

«Ωραία ξεκινάμε», σκέφτηκε ο Ντρου. «Ας προσπαθήσω να επιδείξω καλούς τρόπους».

<Σας ευχαριστώ για τον χρόνο που μου αφιερώνετε. Σας καλώ για ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, που μόνο εσείς μπορείτε να λύσετε. Τυχαία, έπεσα πάνω σε ένα πολύ παράξενο φυσικό φαινόμενο, του οποίου η πολυπλοκότητα είναι τόσο μεγάλη που ζητά τα καλύτερα μυαλά, για να μπορέσει να διερευνηθεί και να εξηγηθεί. Γι’ αυτό πήρα το θάρρος να επικοινωνήσω μαζί σας, ελπίζοντας ότι θα μπορέσετε να συμμετάσχετε σε μία ερευνητική ομάδα που συνθέτω, γι’ αυτό τον σκοπό. Οι ικανότητες της διαίσθησης και επισκόπησης σας, είναι γνωστές σε όλον τον κόσμο και…>

<Τι φαινόμενο;>. Η Νόβακ ήταν αδιάφορη προς τις κολακείες του Ντρου και παρέμεινε ψυχρή, όπως πριν. Ωστόσο, έδειχνε ενδιαφέρον για το φαινόμενο κι αυτό ήταν μία πρόοδος.

<Λυπάμαι, καθηγήτρια Νόβακ, αλλά είμαι υποχρεωμένος να το κρατήσω μυστικό και να μην μιλώ γι’αυτό από το τηλέφωνο. Όλες οι πληροφορίες θα παρασχεθούν μόνο στα μέλη της ερευνητικής ομάδας. Ελπίζω ολόψυχα ότι θέλετε να είστε μέλος της>. Ο Ντρου τα είχε δώσει όλα. Τώρα, εξαρτιόταν από τη Νόβακ.

<Ποιος θα συμμετάσχει στην ομάδα;>

Ο Ντρου ήταν προετοιμασμένος για την ερώτηση, αλλά τον τάραξε το ίδιο, έτσι κι αλλιώς.

<Ο Καμαράντα, ο Σουλτς και...> δίστασε <... ο Κομπαγιάσι> κατέληξε ξεφυσώντας. <Ο Κομπαγιάσι;> επανέλαβε η Νόβακ. <Ο Κομπαγιάσι; Χα, χα, χα!> Ξέσπασε σε ένα γέλιο διασκέδασης. <Άριστη επιλογή, καθηγητά Ντρου! Θα είναι χαρά μου να βάλω στη σειρά αυτόν τον ανίκανο φαλλοκράτη φαφλατά!>

Ο Ντρου έμεινε εμβρόντητος. Ποτέ δεν θα περίμενε μία τέτοια αντίδραση. Η Νορβηγίδα είχε ξεσπάσει σε γέλια μόνο στη σκέψη ότι πιάνει στα νύχια της τον Κομπαγιάσι. Τρελή. Αυτή η γυναίκα πρέπει να έχει πολλούς ανοικτούς λογαριασμούς με τους άντρες, για να συμπεριφέρεται έτσι. Ωστόσο, αποδέχτηκε αδιαμαρτύρητα την ανάθεση κι αυτό ήταν ένα αποτέλεσμα που ο Ντρου δεν περίμενε να έχει τόσο εύκολα. Ήξερε ότι έριχνε τον καημένο τον Κομπαγιάσι στα χέρια της Νόβακ, αλλά ήξερε ότι η Μαόκο θα λειτουργούσε σαν μεσολαβητής και τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο δύσκολα μετά. Στο τέλος-τέλος ήταν όλοι επιστήμονες με σκοπό να μελετήσουν ένα πολύπλοκο πρόβλημα κι η έρευνα ερχόταν σε πρώτη μοίρα.

<Θα μπορούσατε να έρθετε στο Μάντσεστερ μεθαύριο;> ρώτησε ο Ντρου, αγνοώντας το ξέσπασμα ιλαρότητας της Νόβακ.

Μία στιγμιαία παύση και μετά η Νορβηγίδα απάντησε, σχεδόν με συμπάθεια:

<Πιστεύω πως ναι. Θα μοιράσω τις αρμοδιότητές μου στους συναδέλφους. Είμαι περίεργη να δω το φαινόμενο για το οποίο μου μιλάτε> και σ’εκείνο το σημείο επέστρεψε το πολικό ψύχος: <Εύχομαι να είναι, όντως, κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί και όχι μία φάρσα, όπως άλλες λανθασμένες ανακαλύψεις>.

 

Ο Ντρου ταράχτηκε και πάλι, αλλά δεν έχασε τη συγκέντρωσή του.

<Δεν θα το μετανιώσετε, καθηγήτρια Νόβακ. Σας είμαι βαθιά ευγνώμων που αποδεχτήκατε την πρότασή μου. Σας περιμένω με ανυπομονησία. Και πάλι ευχαριστώ και εις το επαναδείν>.

<Εις το επαναδείν>, ήταν ο ξερός χαιρετισμός της.

Ο Ντρου ήταν στον έβδομο ουρανό. Είχε καταφέρει να συνθέσει μία ομάδα και, σύντομα, θα ξεκινούσαν να εργάζονται πάνω στο φαινόμενο.

Κάλεσε τον Κομπαγιάσι, για να τον ενημερώσει σχετικά με την ημερομηνία συνάντησης. Παρόλο που το διάστημα ήταν πολύ σύντομο, ο Ιάπωνας συμφώνησε και επιβεβαίωσε ότι θα είναι παρόν στην καθορισμένη ημερομηνία.

Ο Μαρρόν επέστρεψε με τις φωτοτυπίες και ο Ντρου τον ενημέρωσε για τη συμφωνία που είχε επιτύχει με τους επιστήμονες της νεοσυσταθείσας ερευνητικής ομάδας.

<Καθηγητά>, παρατήρησε ο φοιτητής, <σκεφτόμουν ότι, όταν θα δείξουμε το φαινόμενο στους συναδέλφους, η καθηγήτρια Μπράις θα πρέπει να είναι εκτός γραφείου κι εμείς θα πρέπει να είμαστε σε θέση να μαζέψουμε εν αγνοία της όλο το υλικό που θα μετακινήσουμε, αλλιώς η κατάσταση θα είναι άσχημη>. Το σκηνικό με την Μπράις στο γραφείο του Πρύτανη τον απασχολούσε.

<Έχεις δίκιο, Μαρρόν>, συγκατένευσε ο Ντρου. <Έχουμε δύο εναλλακτικές: ή, σε συμφωνία με τον ΜακΚίντοκ, την ενημερώνουμε για το πείραμα και ζητάμε τη συνεργασία της ή τα κάνουμε όλα, όταν θα λείπει από το γραφείο της. Σε αυτή την τελευταία περίπτωση, ωστόσο, θα πρέπει να ζητήσουμε από τον Πρύτανη τα κλειδιά αυτού του γραφείου>. Σκέφτηκε για λίγο και μετά κατέληξε: <Ας ακούσουμε τον ΜακΚίντοκ. Εκείνος θα αποφασίσει>.

<Αστειεύεσαι;> απάντησε ο ΜακΚίντοκ. <Η Μπράις με βασανίζει αρκετά, χωρίς το τελευταίο νέο. Θα πρέπει να την βάλουμε στο παιχνίδι, δεν υπάρχουν άλλες επιλογές. Επιπλέον, όταν θα πειραματίζεσαι με το φαινόμενο πάνω σε ζώα, μία Βιολόγος θα εξυπηρετήσει>.

Ο Ντρου δεν το είχε σκεφτεί αυτό, αλλά ο Πρύτανης είχε δίκιο.

<Πιστεύεις ότι είναι διαθέσιμη για μία συνάντηση, τώρα;> τον ρώτησε ο Ντρου.

Ως απάντηση, ο ΜακΚίντοκ φώναξε αμέσως τη γραμματέα του.

<Δεσποινίς Γουότς, που είναι η Καθηγήτρια Μπράις αυτή τη στιγμή;>, περίμενε λίγο, άκουσε την απάντηση και μετά: <Πολύ καλά. Ευχαριστώ. Μπορείτε να της πείτε να έρθει στο γραφείο μου αμέσως; Τέλεια. Και πάλι, ευχαριστώ>.

Η δεσποινίς Γουότς ήταν πρότυπο αποτελεσματικότητας. Έξυπνη, διορατική και γρήγορη, ήταν το δεξί χέρι του Πρύτανη και την είχε σε πολύ μεγάλη εκτίμηση.

<Η Μπράις είναι ακόμη σε διάλειμμα. Σε λίγο θα είναι εδώ>, τους ενημέρωσε ο ΜακΚίντοκ.

Ο Ντρου πρόσεξε ότι ο Πρύτανης είχε μαύρους κύκλους στα μάτια και νυσταγμένη έκφραση. Θα πρέπει να πέρασε τη νύχτα στη φιλενάδα του, γιατί έτσι ήταν πάντα την επομένη. Ο Ντρου τον ζήλευε λίγο, αλλά μπορούσε να παραδεχτεί ότι δεν ασχολούταν και πολύ με το να βρει γυναίκα. Προφανώς, ο ΜακΚίντοκ ήταν πιο ικανός ή πιο τυχερός.

<Η ερευνητική ομάδα θα είναι εδώ, εντός δύο ημερών, ΜακΚίντοκ. Υπολογίζουμε να ξεκινήσουμε, σύντομα, τις εργασίες>, τον ενημέρωσε ο Ντρου.

Ο Πρύτανης κοίταξε τον Μαρρόν. Τον κοίταξε καλά-καλά και μετά του απεύθυνε τον λόγο, για πρώτη φορά, από τότε που ξεκίνησε το όλο θέμα.

<Εσύ, λοιπόν, είσαι ο φοιτητής του Λέστερ>, αναφώνησε σκεπτικός. <Αυτός εδώ…> έγνεψε αστειευόμενος προς τον Ντρου <…λέει ότι εσύ παρατήρησες το φαινόμενο που παρήγαγε ο εξοπλισμός. Έτσι είναι;>

Ο Μαρρόν ντράπηκε επιπλέον, επειδή ήταν μπροστά στον άνθρωπο με το πιο υψηλό αξίωμα του Πανεπιστημίου.

<Ε.. ναι, κύριε. Έτσι έγινε. Χάρη στα μοναδικά χαρακτηριστικά της συσκευής που έφτιαξε ο καθηγητής Ντρου και σε μία σειρά ευτυχών συμπτώσεων, είχα το προνόμιο να παρατηρήσω αυτό το φαινόμενο. Τώρα, μπορούμε να το μελετήσουμε σε βάθος και με την ερευνητική ομάδα που συνέθεσε ο καθηγητής…>

Στο μεσοδιάστημα, η καθηγήτρια Μπράις άνοιξε διάπλατα την πόρτα και μπήκε μέσα, με το φλιτζάνι με το τσάι ακόμη στα χέρια της και χωρίς να πει λέξη, πήρε μία καρέκλα και την ακούμπησε με δύναμη στο πάτωμα, δίπλα από το γραφείο. Κάθισε και κοίταξε τον Πρύτανη με μάτια που έβγαζαν φλόγες.

<Λοιπόν;> είπε με έπαρση.

Ο ΜακΚίντοκ ήταν συνηθισμένος στις προκλητικές συμπεριφορές της γυναίκας και δεν θύμωνε, πλέον.

<Εκρηκτική Καθηγήτρια Μπράις, Μέγκαν…>, προσπαθούσε να τη μαλακώσει αποκαλώντας την με το μικρό της όνομα, αλλά εκείνη ως απάντηση στένεψε το δεξί της μάτι και γύρισε προς τα κάτω τις γωνίες του στόματός της. Χτύπησε το φλιτζάνι στην επιφάνεια του γραφείου, χύνοντας τσάι πάνω στις σημειώσεις του Πρύτανη και σε ένα μικρό αρχαίο αμφορέα, που είχε πάνω στο έπιπλο, σταύρωσε τα χέρια και τον κοίταξε με ακόμη πιο θανάσιμο βλέμμα.

<Ναι, Λάχλαν;> είπε ειρωνικά.

Ο ΜακΚίντοκ ξεφύσησε.

<Χρειαζόμαστε τη βοήθειά σας για μία έρευνα…>

<Αν έχετε χάσει τα κλειδιά, να φωνάξετε κλειδαρά. Εγώ έχω καλύτερα πράγματα να κάνω!>

<Καταραμένη, Μπράις!> ξέσπασε ο ΜακΚίντοκ χτυπώντας τη γροθιά του πάνω στο γραφείο κάνοντας εκείνος, τώρα, το τσάι να πεταχτεί από το φλιτζάνι της Καθηγήτριας. Εκείνη αναπήδησε τρομαγμένη, πάνω στην καρέκλα. Στο μεταξύ, ο Πρύτανης συνέχισε έντονα:

<Αν έβαλα να σας καλέσουν ήταν γιατί σας χρειάζομαι, αλλιώς θα μπορούσα να κάνω και χωρίς αυτό, μετά χαράς, δεδομένου ότι δεν χαίρομαι καθόλου να σας έχω μέσα στα πόδια μου. Έγινα σαφής;>

Η Καθηγήτρια έγινε κάτασπρη σαν πανί και τον κοιτούσε με προσήλωση, χωρίς να κουνήσει ούτε το δαχτυλάκι της.

Ο ΜακΚίντοκ συνέχισε, πιο ήρεμος:

<Τον καθηγητή Ντρου τον ξέρετε ήδη. Αυτός είναι ο φοιτητής της Φυσικής, Τζόσουα Μαρρόν>. Η Μπράις έστρεψε τα μάτια της που τρεμόπαιζαν προς τον φοιτητή και τα έστρεψε ξανά στον Πρύτανη, άναυδη. Εκείνος συνέχισε.

<Ανακάλυψαν ένα επαναστατικό φαινόμενο και ετοιμάζονται να το μελετήσουν με μία ερευνητική ομάδα που θα αποτελείται από τους καλύτερους επιστήμονες που υπάρχουν και οι οποίοι επελέγησαν από τον Ντρου. Εφόσον η έρευνα εμπλέκει και έννοιες Βιολογίας, θεωρούμε ότι είστε το πιο κατάλληλο άτομο για αυτή τη δουλειά. Είστε μαζί μας;> κατέληξε αποφασιστικά.

Η Καθηγήτρια έμεινε ακίνητη για λίγο, μετά χαλάρωσε το κορμί της και πήρε την πρώτη ανάσα, αφότου ο ΜακΚίντοκ χτύπησε τη γροθιά στο τραπέζι. Δεν είχε αναπνεύσει, καν, από εκείνη τη στιγμή.

<Κύριοι, συγχωρείστε τη συμπεριφορά μου. Πρύτανη, είπατε χρήση εννοιών Βιολογίας; Με ποιο σκοπό;>

Ο ΜακΚίντοκ κοίταξε τον Ντρου, ο οποίος παρενέβη με ευθυμία, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.

<Καθηγήτρια, αρχικά, πρέπει να σας πω ότι είναι μία μυστική έρευνα>. Η Μπράις στένεψε τα μάτια. Ο Ντρου συνέχισε:

<Είμαστε σε θέση να μετακινούμε ύλη στιγμιαία, ανάμεσα σε δύο σημεία, που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους. Τα αντικείμενα που βρήκατε τις προάλλες στην πολυθρόνα σας, προέρχονταν από το εργαστήριο Φυσικής, στο οποίο εγώ και ο φοιτητής Μαρρόν πειραματιζόμαστε πάνω στο φαινόμενο που μόλις ανακαλύφθηκε. Μας συγχωρείτε για την αναστάτωση που σας προκαλέσαμε, αλλά δεν μπορούσαμε να ξέρουμε που θα κατέληγε αυτό το πράγμα>. Η Μπράις άνοιξε διάπλατα τα μάτια της για μία στιγμή και, μετά, συνέχισε να ακούει με προσοχή.

Ο Ντρου συνέχισε να εξηγεί:

<Με την επιστημονική ομάδα που επέλεξα θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε τη θεωρία που εξηγεί το φαινόμενο που ανακαλύψαμε, έτσι θα πρέπει να δοκιμάσουμε να μετακινήσουμε ακόμη και ζωντανές υπάρξεις, φυτά και ζώα. Η βοήθειά σας θα είναι καθοριστική>.

<Γιατί το ζητάτε ειδικά από μένα; Υπάρχουν πολλοί άξιοι εν ενεργεία Βιολόγοι>, ρώτησε η καθηγήτρια.

<Η συσκευή που οδηγεί στη μεταφορά, έχει, εντελώς τυχαία, ως προορισμό την πολυθρόνα σας. Δεν ξέρουμε ακόμη πώς να αλλάξουμε τις συντεταγμένες, έτσι η πρώτη φάση του πειράματος θα προχωρήσει, χρησιμοποιώντας και το γραφείο σας. Θα μας βοηθήσετε;>

Η Μπράις άλλαξε εντελώς έκφραση. Τώρα ήταν σαν χαζή, σαν φοιτήτρια στις πρώτες τις εμπειρίες στο εργαστήριο. Ίσως, αυτή να ήταν η πραγματική καθηγήτρια Μέγκαν Μπράις: μία επιστήμων που είχε, απλώς, ανάγκη να αντιμετωπίσει μία πρόκληση, που θα την απομάκρυνε από τη διδασκαλία σε άτακτους κι απρόσεκτους φοιτητές.

<Φυσικά, Καθηγητά Ντρου>, αναφώνησε. <Αλλά θα σας κοστίσει λίγο…>

Ο Ντρου την κοίταξε με απορία κι εκείνη συνέχισε:

<Τώρα ξέρω σε ποιον να στείλω το λογαριασμό από το καθαριστήριο που μου καθάρισε τη φούστα!> του τόνισε και βγήκε χαμογελώντας από το γραφείο.